Μετά από 3 περίπου χρόνια πανδημίας, στην οποία δοκιμάστηκαν οι αντοχές των πολιτών και των συστημάτων υγείας σε όλον τον πλανήτη και η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα έδωσε μια πραγματική μάχη με το χρόνο και με τη γνώση, έχουν πλέον αποσαφηνιστεί τα περισσότερα από τα αρχικώς «γκρίζα» και αμφιλεγόμενα ζητήματα γύρω από τον κορονοϊό SARS-CoV2, τη λοίμωξη COVID-19 που προκαλεί, καθώς και την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια των εμβολίων.
Η αλληλένδετη σχέση της θρόμβωσης με τις σοβαρές λοιμώξεις είναι γνωστή εδώ και δεκαετίες. Παρόλα αυτά, ήδη από το Μάρτιο του 2020 μάθαμε ότι οι νοσηλευόμενοι ασθενείς με COVID-19 εμφανίζουν φλεβικές θρομβώσεις (κυρίως πνευμονική εμβολή) και σπανιότερα αρτηριακές θρομβώσεις (κυρίως έμφραγμα μυοκαρδίου, ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο) πολύ συχνότερα από το γενικό πληθυσμό, πολύ συχνότερα από τους νοσηλευόμενους ασθενείς με οποιαδήποτε άλλη λοίμωξη και πολύ συχνότερα από τους ασθενείς με ήπια νόσο COVID-19 που δε χρειάζονται νοσηλεία, και μάλιστα σε ποσοστά που τρομάζουν: 10-20% των νοσηλευόμενων ασθενών με COVID-19 σε κοινό θάλαμο και 30-50% των νοσηλευόμενων σε ΜΕΘ θα εμφανίσουν θρόμβωση, η οποία μάλιστα 3πλασιάζει τον κίνδυνο θανάτου στους ασθενείς αυτούς. Λίγο αργότερα, μάθαμε ότι ο ιός για να εισέλθει στα κύτταρα χρησιμοποιεί μια πρωτεΐνη ακίδα, η οποία προκαλεί βλάβη στο τοίχωμα των αγγείων (που ονομάζεται ενδοθήλιο), και αυτή η βλάβη αποτελεί το έναυσμα για τη θρομβογένεση. Σήμερα ξέρουμε ότι ο κορονοϊός SARS-CoV2 αποτελεί τον πλέον θρομβογόνο ιό στην ιστορία του ανθρώπινου είδους. Για το λόγο αυτό η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας και η Διεθνής Εταιρεία Θρόμβωσης και Αιμόστασης ήδη από τον Απρίλιο του 2020 εξέδωσαν οδηγίες για την εφαρμογή φαρμακευτικής θρομβοπροφύλαξης σε όλους τους νοσηλευόμενους ασθενείς με COVID-19 λοίμωξη, οδηγίες για βραχυχρόνια θρομβοπροφύλαξη ακόμα και μετά το εξιτήριο των ασθενών αυτών και οδηγίες για εφαρμογή θρομβοπροφύλαξης ακόμα και σε επιλεγμένους ασθενείς με υψηλό θρομβωτικό κίνδυνο που λόγω ήπιας νόσησης παρέμειναν κατ’οίκον.
Από το Δεκέμβριο του 2020 σχεδιάστηκαν και κυκλοφόρησαν τα πρώτα εμβόλια για τον πολύ επικίνδυνο αυτό ιό. Τα εμβόλια αυτά είχαν δύο βασικούς στόχους: να αποτρέψουν τη βαριά νόσηση που οδηγεί τον ασθενή στο Νοσοκομείο και να μειώσουν δραστικά την πιθανότητα θανάτου από τον ιό. Και το πέτυχαν. Τα εμβόλια αυτά μετέφεραν στον οργανισμό γενετικό υλικό του ιού είτε με τη μορφή mRNA ή με αδενοϊό-φορέα, ώστε να παράξει ο ίδιος ο οργανισμός την πρωτεΐνη-ακίδα του ιού και ακολούθως να παράξει και εξουδετερωτικά αντισώματα εναντίον της. Αυτό που γνωρίζουμε με βεβαιότητα σήμερα είναι ότι τα εμβόλια με τεχνολογία mRNA ουδέποτε συνδέθηκαν αιτιοπαθογενετικά με θρομβώσεις, είτε φλεβικές ή αρτηριακές. Αντίθετα, τον Απρίλιο του 2021 καταγράφτηκε μια χρονική συσσώρευση σοβαρών περιστατικών ασθενών που συνδύαζαν θρομβοπενία (χαμηλές τιμές αιμοπεταλίων στο αίμα) με θρομβώσεις σε ασυνήθεις θέσεις (θρομβώσεις σπλαγχνικών και εγκεφαλικών φλεβών, αρτηριακές θρομβώσεις κλπ), 4-28 ημέρες μετά από τον εμβολιασμό τους με κάποιο εκ των 2 εμβολίων με φορέα τον αδενοϊό, και πιο συχνά σε γυναίκες κάτω των 60 ετών. Τα περιστατικά αυτά συνέβαιναν σε μέγιστη συχνότητα μέχρι 1:100.000 εμβολιασμούς, είχαν θνητότητα μέχρι και 15-20% και αποδείχθηκε πολύ σύντομα ότι οφείλονται σε ένα σύνδρομο ανοσολογικής υπερδιέγερσης από τον εμβολιασμό (ονομάστηκε σύνδρομο VITT), ενώ η εμφάνισή τους δε σχετίζεται ούτε με το ατομικό και οικογενειακό ιστορικό θρόμβωσης του ασθενούς, ούτε με το ιστορικό κάποιας θρομβοφιλικής διαταραχής του. Πολύ γρήγορα η παθογένεια του συνδρόμου αποσαφηνίστηκε πλήρως και σήμερα γνωρίζουμε πώς να το προλάβουμε, πώς να το διαγνώσουμε και πώς να το αντιμετωπίσουμε πλήρως. Επίσης, η Ελληνική Αιματολογική Εταιρεία (και συγκεκριμένα το Τμήμα Αιμόστασης) έχει συντάξει και δημοσιεύσει έγκαιρα σαφείς συστάσεις αποφυγής περιττών αιματολογικών ελέγχων πριν τον εμβολιασμό για τον κορονοϊό, καθώς και αποφυγής λήψης περιττών αντιθρομβωτικών φαρμάκων μετά τον εμβολιασμό, διότι αμφότερα δεν έχουν καμία θέση ούτε στη λήψη απόφασης για εμβολιασμό ή όχι, ούτε στην πρόληψη ή αντιμετώπιση των σπανιότατων επιπλοκών από αυτόν.
Καταληκτικά, ο κορονοϊός είναι ένας λίαν επικίνδυνος ιός που -εκτός των άλλων- προκαλεί μια σοβαρή βλάβη στο τοίχωμα των αγγείων και προδιαθέτει έτσι σε σοβαρές θρομβώσεις, οι οποίες 3πλασιάζουν τον κίνδυνο θανάτου από αυτόν. Αντίθετα, από τα εμβόλια που σχεδιάστηκαν για να μειώσουν τη βαρύτητα της νόσησης και τον κίνδυνο θανάτου από τον κορονοϊό, τα mRNA εμβόλια (που η χώρα μας πλέον αποκλειστικά διαθέτει στους πολίτες) είναι απολύτως ασφαλή και δεν έχουν καμία συσχέτιση με θρομβώσεις. Για το λόγο αυτό, ο πολίτης δεν πρέπει να διστάζει να εμβολιαστεί, διότι ο μαζικός εμβολιασμός είναι μέχρι σήμερα το βασικότερο και αποτελεσματικότερο όπλο μας στη μάχη για την επίτευξη ανοσίας της κοινότητας που θα βάλει τελεία στην φονική πανδημία.
Ηλίας Κυριάκου
Αιματολόγος, Δρ Πανεπιστημίου Κρήτης
Διευθυντής ΕΣΥ, Αττικό Νοσοκομείο Αθηνών
Πρόεδρος Διοικούσας Επιτροπής Αιμόστασης ΕΑΕ